Καταφύγια σπάνιων ειδών και μεγάλης οικολογικής σημασίας τα υποθαλάσσια σπήλαια
Αναρτώ ένα άρθρο σχετικά με την έρευνά μου, το οποίο δημοσιεύτηκε πρόσφατα από το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων
Παράθεση:
Καταφύγια σπάνιων ειδών και μεγάλης οικολογικής σημασίας τα υποθαλάσσια σπήλαια. Η πρώτη ολοκληρωμένη μελέτη για τα σπήλαια των ελληνικών θαλασσών
Καταφύγια βιοποικιλότητας με μεγάλη οικολογική σημασία αποτελούν τα θαλάσσια σπήλαια, τα οποία παραμένουν ανεξερεύνητα στο μεγαλύτερο ποσοστό τους στη Μεσόγειο θάλασσα, αλλά και απροστάτευτα από την ανθρώπινη δραστηριότητα. Κι όμως, σε αυτές τις “μυστικές” κρύπτες φιλοξενούνται σπάνια, άγνωστα και απειλούμενα είδη, οργανισμοί που μπορεί να αποτελούν πηγή φαρμάκων κατά διαδεδομένων ασθενειών, αλλά και “κωδικοποιημένη” πληροφορία για τη γεωλογία και το κλίμα του πλανήτη, χιλιάδες χρόνια πριν.
Η καταγραφή και εξερεύνηση των σπηλαίων αποτελεί μια μακρόχρονη, επίπονη και δαπανηρή διαδικασία, καθώς εκτός από την προσπάθεια εντοπισμού τους, απαιτείται εξειδικευμένο ερευνητικό προσωπικό που να μπορεί να καταδύεται αυτόνομα και ειδικός φωτογραφικός και επιστημονικός ωκεανογραφικός εξοπλισμός.
Στη λεκάνη της Μεσογείου, στο δυτικό της τμήμα, καταγραφές και έρευνες υποθαλάσσιων σπηλαίων πραγματοποιούνται από το 1950 από τη Γαλλία, την Ιταλία, και την Ισπανία, ωστόσο στην ανατολική και τη νότια Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, οι πληροφορίες για τα θαλάσσια σπήλαια είναι ελάχιστες και αποσπασματικές. Μία πρώτη ολοκληρωμένη μελέτη σχετικά με τα ιδιαίτερα αυτά οικοσυστήματα στην ανατολική Μεσόγειο, αποτελεί η έρευνα του υποψήφιου διδάκτορα του τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ Βασίλη Γεροβασιλείου, απόφοιτου του Τμήματος Επιστημών της Θάλασσας του πανεπιστημίου Αιγαίου, ο οποίος, υπό την επίβλεψη της καθηγήτριας Ελένης Βουλτσιάδου, πραγματοποιεί έρευνες στα θαλάσσια σπήλαια του βορείου Αιγαίου, με υποτροφία από το Ερευνητικό Χρηματοδοτούμενο Έργο «ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ ΙΙ».
Αντικείμενο της έρευνας είναι αρχικά ο εντοπισμός και η καταγραφή των υποθαλάσσιων σπηλαίων που βρίσκονται στην περιοχή με βάση πληροφορίες από ερασιτέχνες αυτοδύτες, καταδυτικά κέντρα, συλλόγους κ.λπ. και στη συνέχεια η επιτόπια εξερεύνησή τους, η μελέτη της βιοποικιλότητας, η χαρτογράφηση των βιοκοινοτήτων, ακόμη και η ανάπτυξη εργαλείων και μεθοδολογιών για τη μελέτη τους, που θα βοηθήσουν και άλλους επιστήμονες να παρακολουθήσουν την εξέλιξή τους μελλοντικά.
“Δημιουργείται για πρώτη φορά μία βάση δεδομένων για τα σπήλαια του Αιγαίου, που θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για περαιτέρω μελέτες και για τη μελλοντική παρακολούθησή τους, κάτι που μέχρι σήμερα έλειπε από την Ελλάδα και την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου” επισημαίνει ο κ. Γεροβασιλείου και προσθέτει ότι στο πλαίσιο αυτό δημιουργείται μία ψηφιακή βάση αναφοράς από φωτογραφικό υλικό που αποτυπώνει τη σημερινή κατάσταση αυτών των οικοσυστημάτων και θέτει έτσι τα θεμέλια για συγκρίσεις των σπηλαίων με αυτά άλλων περιοχών της Μεσογείου.
Τα υποθαλάσσια σπήλαια είναι ένας από τους λιγότερο μελετημένους τύπους οικοσυστημάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, εξαιτίας των δυσκολιών που ενέχει η μελέτη τους. Μέχρι στιγμής έχει πραγματοποιηθεί ενδελεχής έρευνα σε δύο σπήλαια της Λέσβου και σε δύο στον Άγιο Ευστράτιο, ενώ εντοπίστηκαν και παρακολουθούνται ήδη κάποια στη Χαλκιδική. Η διαδικασία του εντοπισμού συνεχίζεται και σε άλλα τμήματα του Αιγαίου. Στην καταδυτική ομάδα συμμετέχουν, επίσης, η υποψήφια διδάκτορας, Μαρία Σίνη και η απόφοιτος του Τμήματος Επιστημών της Θάλασσας, Έλενα Ακριτοπούλου, που έχουν πραγματοποιήσει πάνω από 100 καταδύσεις.
Τα μισά από τα θαλάσσια είδη συγκεκριμένων ζωικών ομάδων ζουν μέσα στα σπήλαια Παράλληλα, με τη μελέτη των σπηλαίων του Αιγαίου, στο πλαίσιο της έρευνας πραγματοποιείται μια εξονυχιστική απογραφή της βιοποικιλότητας των θαλάσσιων σπηλαίων όλης της Μεσογείου από τις διαθέσιμες βιβλιογραφικές πηγές. Σύμφωνα με τις μέχρι σήμερα καταγραφές, τα υποθαλάσσια σπήλαια της Μεσογείου φιλοξενούν πλούσια βιοποικιλότητα που “αγγίζει” περίπου τα 1400 είδη, ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο συνολικός αριθμός ειδών πρέπει να προσεγγίζει τα 2000 είδη.
Σε αυτά περιλαμβάνονται σπάνια είδη, ορισμένα από τα οποία μας ήταν γνωστά από ευρήματα απολιθωμάτων, άγνωστα είδη στην επιστήμη, είδη που ζουν αποκλειστικά σε συνθήκες απουσίας φωτός (στη βαθιά θάλασσα και σε σκοτεινά φρεάτια), είδη με περιορισμένη γεωγραφική εξάπλωση, απειλούμενα (π.χ. κοράλλια), αλλά και είδη με εμπορική ή ιατρική αξία (π.χ. σπόγγοι μπάνιου, σπόγγοι ως πηγή παραγωγής φαρμάκων και βιοδραστικών ουσιών). Επιπλέον, τα υποθαλάσσια σπήλαια παρουσιάζουν γεωλογικό και παλαιο-κλιματολογικό ενδιαφέρον, καθώς σχηματισμοί με πολύ μεγάλη ηλικία (έχουν βρεθεί δομές 2600 έως 5000 ετών), που έχουν δημιουργηθεί από οργανισμούς, προσφέρουν χρήσιμες πληροφορίες και συμπεράσματα για τη θαλάσσια στάθμη και τις κλιματικές συνθήκες που επικρατούσαν χιλιάδες χρόνια πριν.
“Σε είδη των υποθαλάσσιων σπηλαίων, όπως σπόγγους και κοράλλια, έχουν βρεθεί βιοδραστικές ουσίες, με αντικαρκινικές ιδιότητες, αλλά και άλλες, όπως είναι το κολλαγόνο που χρησιμοποιείται στην παραγωγή καλλυντικών. Κάποια από αυτά τα είδη καλλιεργούνται για αυτό το σκοπό” ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ.Γεροβασιλείου.
Κάθε υποθαλάσσιο σπήλαιο αποτελεί ένα μοναδικό οικοσύστημα με τις δικές του ιδιαιτερότητες, που έχουν να κάνουν με τα ιδιαίτερα τοπογραφικά χαρακτηριστικά, όπως το βάθος και οι διαστάσεις της εισόδου αλλά και τα φυσικά χαρακτηριστικά, όπως ο φωτισμός και ο υδροδυναμισμός. “Το περιβάλλον των θαλάσσιων σπηλαίων είναι ευνοϊκό για την ανάπτυξη ορισμένων οργανισμών, καθώς εκεί υπάρχει σκοτάδι και ο ανταγωνισμός με άλλα είδη είναι ελάχιστος” επισημαίνει ο κ.Γεροβασιλείου.
Χαρακτηριστικό του ιδιαίτερου οικοσυστήματος των σπηλαίων είναι το παράδειγμα των σπόγγων. Το 46% των μεσογειακών σφουγγαριών, δηλαδή 311 είδη, από το σύνολο της πανίδας των σπόγγων της περιοχής έχει βρεθεί μέσα σε σπήλαια. Από αυτά, τα 34 είδη σφουγγαριών έχουν εντοπιστεί αποκλειστικά σε σπήλαια– και πουθενά αλλού –ενώ η πλειοψηφία αυτών έχει βρεθεί μόνο σε ένα σπήλαιο.
Συνήθως τα τοιχώματα και η οροφή κοντά στην είσοδο καλύπτονται από ένα πολύχρωμο βιογενές ψηφιδωτό από φωτοσυνθετικά ροδοφύκη, σπόγγους και κοράλλια.
Προχωρώντας προς το εσωτερικό, η ένταση του φωτισμού μειώνεται και η σύνθεση του βιόκοσμου διαφοροποιείται και οι επιφάνειες καλύπτονται από ζωικούς οργανισμούς όπως σπόγγους, σκώληκες και βρυόζωα. Τα κοράλλια αναπτύσσονται κυρίως στην οροφή των σπηλαίων, ενώ άλλα είδη προτιμούν τον αμμώδη πυθμένα τους, τις ρωγμές των τοιχωμάτων και τα πιο σκοτεινά σημεία.
Οι ανθρωπογενείς επιδράσεις δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστα ακόμη και αυτά τα δυσπρόσιτα περιβάλλοντα και είναι δυνατόν να έχουν καταστροφικές συνέπειες για τη βιοποικιλότητά τους. Η αύξηση της θαλάσσιας θερμοκρασίας εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, ιδιαίτερα στη λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου, είναι ένας από τους βασικότερους παράγοντες για τη νέκρωση ή εξαφάνιση κάποιων οργανισμών. Προβλήματα δημιουργεί εξάλλου, η ρύπανση των θαλασσών– έχουν βρεθεί σκουπίδια στις εσωτερικές παραλίες των ημιβυθισμένων σπηλαίων, όπου καταφεύγει και αναπαράγεται η μεσογειακή φώκια Monachus monachus, και στο εσωτερικό των βυθισμένων σπηλαίων –καθώς επίσης και η ανεξέλεγκτη καταδυτική δραστηριότητα.
Στα τοιχώματα και τις οροφές των σπηλαίων φιλοξενούνται εύθραυστοι οργανισμοί που αναπτύσσονται με πολύ αργούς ρυθμούς και μπορεί να θρυμματιστούν από την άμεση επαφή κατά την κίνηση των δυτών, καθώς μέχρι και η αιώρηση του ιζήματος από τον πυθμένα του σπηλαίου ή η συσσώρευση φυσαλίδων στην οροφή, μπορεί να επιφέρει αρνητικές συνέπειες για τους προσκολλημένους οργανισμούς.
Η μεγάλη σημασία των βιοτόπων των υποθαλάσσιων σπηλαίων και η αναγκαιότητα προστασίας τους έχει αναγνωριστεί από την ΕΕ και έτσι προστατεύονται από την Ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία.
|
Από
http://www.mpa.gr/articleview.php?id=25876
http://www.kerdos.gr/default.aspx?id=1849744&nt=103
|